δαυλίτης

δαυλίτης
Ασθένεια των σιτηρών, η οποία προκαλείται από έναν βασιδιομύκητα (τιλέτια του σίτου)και είναι μία από τις πιο βλαβερές για το σιτάρι. Η μόλυνση γίνεται τη στιγμή της βλάστησης του σπόρου, από τα χλαμυδοσπόρια του μύκητα, που βρίσκονται πάνω στον σπόρο ή στο έδαφος. Ο σπόρος που έχει προσβληθεί μεταβάλλεται σε μάζα μελανής σκόνης. Η καταπολέμηση του μύκητα γίνεται κυρίως με την απολύμανση του σπόρου του σίτου.
* * *
ο
1. η νόσος άνθρακας των φυτών
2. στάρι που έχει προσβληθεί από παρασιτικούς μύκητες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • δαυλίτης — ο αρρώστια των σιτηρών, ο άνθρακας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • δαυλίδα — η η νόσος τών φυτών δαυλίτης …   Dictionary of Greek

  • δαυλός — (I) δαυλός και δαῡλος, ον (Α) 1. πυκνός, δασύς («δαυλά γένεια», «...καλεῑσθαι τά δασέα ὑπὸ τῶν παλαιῶν δαῡλα») 2. φρ. «δαυλοὶ πραπίδων, δάσκιοί τε πόροι» σκοτεινές μηχανορραφίες. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Προτείνεται η αναγωγή της λ. σε IE *dns u …   Dictionary of Greek

  • δαύλισμα — το [δαυλίζω] 1. το να ρίχνει κανείς ξύλα στη φωτιά, η τροφοδότηση της φωτιάς με ξύλα 2. το συνδαύλισμα, η μετακίνηση των ξύλων για αναζωπύρωση της φωτιάς 3. ο δαυλίτης …   Dictionary of Greek

  • ζαυλός — και δαυλός και δαυλίτης, ο νόσος τών σιτηρών που οφείλεται σε μύκητες, ο άνθρακας, η καπνιά …   Dictionary of Greek

  • ουστιλαγινώδη — (ustilaginales). Τάξη μυκήτων που ζουν παρασιτικά μέσα στους ιστούς πολλών καλλιεργημένων και αυτοφυών φυτών σε όλη τους τη βλαστική περίοδο. Δημιουργούν στα φυτά ασθένειες όπως είναι ο άνθρακας και ο δαυλίτης. Τα ο. υποδιαιρούνται σε δύο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”